τονοπλάστης

τονοπλάστης
ο, Ν
βοτ. μεμβράνη που αφορίζει το χυμοτόπιο τού φυτικού κυττάρου από το κυτταρόπλασμα, έχει την ίδια δομή με την κυτταρική μεμβράνη και μεσολαβεί μεταξύ τού κυτταροπλάσματος και τού χυμού που περιέχεται στο χυμοτόπιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γερμ. Tonoplast < τόνος (Ι) + πλάστης (< πλάσσω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”